- κατανύσαι
- κατανύωaor inf act (attic epic doric ionic aeolic parad-form prose)κατανύσαῑ , κατανύωaor opt act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic parad-form prose)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κατανῦσαι — κατανῦ̱σαι , κατά , ἀνά ὕω rain perf ind mp 2nd sg (ionic) κατά , ἀνά ὕω rain aor inf act (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατανύ — κατανύω, αττ. τ. καθανύω (Α) 1. διατρέχω μια απόσταση, διανύω («οὐ νὺξ ἔργει μὴ οὐ κατανύσαι τὸν προκείμενον αύτῷ δρόμον», Ηρόδ.) 2. φθάνω σε κάποιο μέρος («νηὶ κατανύσας... ἐς Λῆμνον», Ηρόδ.) 3. διαπράττω («τάδε κατήνυσεν», Ευρ.) 4. προμηθεύω,… … Dictionary of Greek